Το έργο Η Ένοχη Μητέρα αποτελεί το τρίτο μέρος της τριλογίας του Φίγκαρο ή της ιστορίας της οικογένειας του κόμη Αλμαβίβα, που έγραψε ο Μπωμαρσαί και μετέφρασε ο Γιάννης Θηβαίος. Είναι λιγότερο γνωστό σε σχέση με τα δύο πρώτα –Ο Κουρέας της Σεβίλλης και Ο Γάμος του Φίγκαρο– που είναι πασίγνωστα τόσο ως θεατρικά έργα όσο και ως όπερες. Αποτελεί μάλιστα μια φυσική συνέχεια του Γάμου του Φίγκαρο εφόσον οι ήρωες παραμένουν οι ίδιοι.

Το έργο εκτυλίσσεται λίγο μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Ο Μπεζάρς, άνθρωπος σκοτεινός και υποκινητής ταραχών, γνωρίζοντας μυστικά των μελών της οικογένειας Αλμαβίβα, προετοιμάζει μια καταστροφή η οποία όμως αποτυχαίνει χάρη στην παρέμβαση του Φίγκαρο. Στο τέλος, το καλό θριαμβεύει μέσα σε μια ατμόσφαιρα αισιοδοξίας που εμπνέει η Γαλλική Επανάσταση.

Αίτηση άδειας χρήσης παραστασιακών δικαιωμάτων


[πρόσωπα του έργου]

ΚΟΜΗΣ ΑΛΜΑΒΙΒΑ, ισπανός άρχοντας, περήφανος αλλά καθόλου αλαζόνας
ΚΟΜΗΣΣΑ ΑΛΜΑΒΙΒΑ, πολύ δυστυχισμένη, αγγελικά σεβάσμια
ΙΠΠΟΤΗΣ ΛΕΟΝ, γιος τους, νεαρός λάτρης της ελευθερίας, όπως ταιριάζει σε όλες τις φλογερές και νεανικές ψυχές
ΦΛΟΡΕΣΤΙΝ, προστατευόμενη και βαφτιστικιά του κόμη Αλμαβίβα, άτομο νεαρό και πάρα πολύ ευαίσθητο
ΚΥΡΙΟΣ ΜΠΕΖΑΡΣ, Ιρλανδός, αξιωματικός στο ισπανικό πεζικό, παλιός γραμματέας του κόμη. Άνθρωπος σκοτεινός και μεγάλος μηχανορράφος, υποκινητής ταραχών με τέχνη
ΦΙΓΚΑΡΟ, θαλαμηπόλος, χειρούργος και έμπιστος του κόμη. Άνθρωπος που διαμορφώθηκε από την επαφή του με τον κόσμο και τα γεγονότα
ΣΟΥΖΑΝ, αρχικαμαριέρα της κόμησσας, σύζυγος του Φίγκαρο, υπέροχη γυναίκα, προσκολλημένη στην κυρία της και απαλλαγμένη από νεανικές αυταπάτες
ΚΥΡΙΟΣ ΦΑΛ, συμβολαιογράφος του κόμη, άνθρωπος θετικός και πολύ τίμιος
ΓΚΙΓΙΩΜ, γερμανός υπηρέτης του κυρίου Μπεζάρς, άνθρωπος πολύ απλοίκός για ένα τέτοιο αφεντικό

Το έργο εκτυλίσσεται στο Παρίσι, στο μέγαρο της οικογένειας του κόμη, προς το τέλος του 1790.


[απόσπασμα από το έργο]

Σουζάν, Φίγκαρο με βλέμμα αινιγματικό.
Αυτή η σκηνή πρέπει να παιχτεί εν θερμώ.

ΣΟΥΖΑΝ: Έμπα μέσα λοιπόν, Φίγκαρο! Τι ύφος είναι αυτό, σαν καλότυχος εραστής στο σπίτι της γυναίκας σου!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Μπορούμε να μιλήσουμε ελεύθερα;
ΣΟΥΖΑΝ: Ναι, αν η πόρτα παραμένει ανοιχτή.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Γιατί όλες αυτές οι προφυλάξεις;
ΣΟΥΖΑΝ: Γιατί ο περί ου ο λόγος μπορεί να μπει μέσα από τη μια στιγμή στην άλλη.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Ο Ονορέ Ταρτούφος Μπεζάρς;
ΣΟΥΖΑΝ: Το ραντεβού είναι κανονισμένο. Σταμάτα τη συνήθειά σου να βάζεις παρατσούκλια στα ονόματα. Θα σου ξεφύγει μπροστά σε άλλους και θα κάνει χαλάστρα στα σχέδιά σου.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Ονορέ δεν τον λένε;
ΣΟΥΖΑΝ: Ναι, αλλά όχι Ταρτούφο.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Άι στο καλό!
ΣΟΥΖΑΝ: Έχεις πολύ σοβαρό ύφος!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Είμαι μπαρούτι. (Η Σουζάν σηκώνεται.) Μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι; Θα με βοηθήσεις πραγματικά, Σουζάν, να προλάβουμε μια μεγάλη ταραχή; Θα γίνεις πάλι το κορόιδο αυτού του πολύ κακού ανθρώπου;
ΣΟΥΖΑΝ: Όχι, αλλά νομίζω πως δεν μου έχει εμπιστοσύνη ― δεν μου λέει τίποτα πια. Φοβάμαι, στ’ αλήθεια, ότι δεν μας θεωρεί φίλους του.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Να κάνουμε πως είμαστε τσακωμένοι.
ΣΟΥΖΑΝ: Τι έμαθες τελικά και σου χάλασε το κέφι;
ΦΙΓΚΑΡΟ: Ας έρθουμε στην ουσία. Από τότε που ήρθαμε στο Παρίσι και ο κύριος Αλμαβίβα… ― πρέπει να τον λέμε με το όνομά του, αφού τον πειράζει να τον λέμε Μεγαλειότατο…
ΣΟΥΖΑΝ, με κέφι: Ωραία! και η κυρία βγαίνει χωρίς συνοδεία! Ίσα κι όμοια με όλο τον κόσμο!
ΦΙΓΚΑΡΟ: … από τότε, λέω, που έχασε σε έναν ασήμαντο καυγά τον άσωτο πρωτότοκο γιο του, άλλαξαν όλα για μας! Η διάθεση του κυρίου σκοτείνιασε και χειροτέρεψε!
ΣΟΥΖΑΝ: Εσύ όμως δεν είσαι και τόσο κατσούφης!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Κι ο άλλος του γιος είναι χάλια.
ΣΟΥΖΑΝ: Και πολύ!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Πόσο δυστυχισμένη είναι η κυρία!
ΣΟΥΖΑΝ: Είναι έγκλημα αυτό που κάνει!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Φροντίζει όλο και περισσότερο την προστατευόμενή του, τη Φλορεστίν! Και προσπαθεί να ρευστοποιήσει την περιουσία του!
ΣΟΥΖΑΝ: Ξέρεις, Φίγκαρό μου, πως αρχίζεις να ξεμωραίνεσαι; Αφού εγώ τα ξέρω όλ’ αυτά, είναι ανάγκη να μου τα λες;
ΦΙΓΚΑΡΟ: Χρειαζόμαστε κι άλλες αποδείξεις, πρέπει να σιγουρευτούμε γι’ αυτά που υποψιαζόμαστε! Δεν έχουμε αποδείξεις πως αυτός ο τετραπέρατος Ιρλανδός, η μάστιγα αυτής της οικογένειας, αφού αξιολόγησε ως γραμματέας τού κόμη κάποιες επιστολές του, μοιράστηκε τα μυστικά του κυρίου με όλους; Αυτός ο ραδιούργος τα διέδωσε ―από την αδιάφορη Ισπανία ώς τούτη δω τη χώρα που σείεται εκ θεμελίων― ελπίζοντας να επωφεληθεί όσο μπορεί περισσότερο από τη διάσταση που υπάρχει στο ζευγάρι∙ να χωρίσει ο άντρας τη γυναίκα, ύστερα να παντρευτεί την προστατευόμενη και να λεηλατήσει τα αγαθά ενός σπιτιού που ρημάζει.
ΣΟΥΖΑΝ: Εγώ, τελικά, τι ρόλο παίζω σ’ αυτήν την ιστορία;
ΦΙΓΚΑΡΟ: Να μην τον χάσεις από τα μάτια σου. Να με ενημερώνεις για όλες του τις κινήσεις.
ΣΟΥΖΑΝ: Μα ό,τι λέει σου τα μεταφέρω.
ΦΙΓΚΑΡΟ: Ου! Ό,τι λέει… δεν είναι αυτά που εννοεί! Όταν μιλάει, να αρπάζεις τις λέξεις που του ξεφεύγουν, την παραμικρή αντίδραση, μια κίνηση. Αυτά κρύβουν τα μυστικά της ψυχής! Εκεί μαγειρεύονται όλα τα φριχτά. Πρέπει να πιστεύει πως είναι ασφαλής. Γιατί βρίσκω πως το ύφος του… είναι κάπως ψεύτικο, απατηλό και υπεροπτικό. Το ύφος που έχουνε οι βλάκες αυτής της χώρας που θριαμβεύουν πριν το τελικό αποτέλεσμα. Δεν μπορείς να γίνεις πιο πονηρή από αυτόν; Να τον καλοπιάσεις, να τον ξεγελάσεις με ελπίδες; Ό,τι και να ζητά, να μην του το αρνείσαι;
ΣΟΥΖΑΝ: Σαν πολλά δεν είναι!
ΦΙΓΚΑΡΟ: Όλα θα πάνε καλά, όλα οδηγούν στον σκοπό μας, εφόσον ενημερώνομαι εγκαίρως.
ΣΟΥΖΑΝ: Κι αν ενημερώνω και την κυρία μου για όλ’ αυτά;
ΦΙΓΚΑΡΟ: Δεν είναι ακόμα η ώρα, τους έχει σαγηνέψει όλους. Κανείς δεν θα σε πιστέψει ― και θα χαθεί το παιχνίδι χωρίς να τους σώσουμε. Παρακολούθησέ τον παντού, γίνε η σκιά του… κι εγώ θα τον κατασκοπεύω έξω από το σπίτι…
ΣΟΥΖΑΝ: Φίλε μου, σου είπα πως δεν με εμπιστεύεται. Κι αν μας έπιανε μαζί! Να τος, κατεβαίνει… Κλείσε την πόρτα! Να νομίσει πως τσακωνόμαστε άγρια. (Βάζει το μπουκέτο στο τραπέζι.)
ΦΙΓΚΑΡΟ, υψώνοντας τη φωνή: Εγώ δεν θέλω! Να σε πιάσω άλλη μια φορά…
ΣΟΥΖΑΝ, υψώνοντας τη φωνή: Σε φοβάμαι πολύ!
ΦΙΓΚΑΡΟ, πάει να τη χαστουκίσει: Με φοβάσαι, ε! Άρπα την, αναιδεστάτη!
ΣΟΥΖΑΝ, υποκρίνεται πως το έφαγε: Χτύπησες εμένα… στο σπίτι της κυρίας μου!