Η Νερίνα του Ζαν Ζιροντού, στο ομώνυμο θεατρικό έργο Νερίνα (Οντίν) σε μετάφραση της Καίτης Κάστρο Λογοθέτη, μια όμορφη έφηβη, ζει σε μια ψαροκαλύβα με ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, τον Αύγουστο και την Ευγενία, που τους λογαριάζει ως γονείς της. Αυτοί την βρήκαν νεογέννητη και εγκαταλελειμμένη στην άκρη της λίμνης, την υιοθέτησαν και έκτοτε την λατρεύουν. Η Οντίν γίνεται μια υποδειγματική νοικοκυρά. Κάνει με μεγάλη ευκολία όλες τις δουλειές του σπιτιού, αλλά είναι εξαιρετικά σκανταλιάρα και ατίθαση. Σκαρώνει φάρσες στους γονείς της, τρέχει έξω, στις λίμνες, τα ποτάμια και τους καταρράκτες, χορεύει στην καταιγίδα και, λόγω της νεραϊδίσιας της φύσης, επικοινωνεί με τα πλάσματα του νερού, συναναστρέφεται με άλλες νεράιδες και αναγνωρίζει ως θείο της τον Νεραϊδοβασιλιά.
Η φιγούρα της σαγηνεύει τον περιπλανώμενο ιππότη Χανς, όταν ζητάει κατάλυμα στο φτωχόσπιτό της και τη συναντάει. Γοητεύεται από τη χάρη της, την ερωτεύεται, ξεχνάει τη μνηστή του, Βέρθα, και αποφασίζει να την κάνει γυναίκα του. Αντίστοιχα, και η Οντίν ερωτεύεται παράφορα τον Χανς και αποφασίζει να αφήσει τους γονείς της και –κυρίως– να εγκαταλείψει τη λίμνη της και να τον παντρευτεί. Ο Αύγουστος, ωστόσο, προειδοποιεί τον ιππότη ότι η Νερίνα είναι η ίδια η φύση και ότι τη φύση δεν πρέπει να την εμπιστεύεται πολύ, γιατί αντιμάχεται τους ανθρώπους.
Αίτηση άδειας χρήσης παραστασιακών δικαιωμάτων
ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Νερίνα
Αύγουστος
Ευγενία
Χανς
Βέρθα
Βασίλισσα Ιζόλδη
Σαλαμπώ
Μαθός
Γκρέτα
Βιολάντα
Νεράιδες
Κυρίες της Αυλής
Υπηρέτριες\Υπηρέτες
Θαλαμηπόλος
Νεραϊδοβασιλιάς
Βασιλιάς
Α΄ Δικαστής
Β΄ Δικαστής
Ποιητής
Δήμιος
Έφορος των βασιλικών θεάτρων
Ψαράς Ούλριχ
Χοιροβοσκός
Εκπαιδευτής με τις φώκιες
Ιππότες
Ακόλουθοι
Μπερτράμ
Άρχοντας Αλκουίνος
Ψαράδες
Πλήθος κόσμου
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Στις πλάκες που ’χουν ανασηκωθεί, είναι ξαπλωμένος ο Χανς, με τα χέρια σταυρωμένα.
ΒΕΡΘΑ: Ποιος φωνάζει;
ΝΕΡΙΝΑ: Ο Χανς δεν είναι καλά! Ο Χανς πεθαίνει!
Η ΤΡΙΤΗ ΦΩΝΗ: Νερίνα!
ΒΕΡΘΑ: Τον σκότωσες! Εσύ τον σκότωσες!
ΝΕΡΙΝΑ: Ποιον σκότωσα; Για ποιον μιλάτε; Ποια είστε;
ΒΕΡΘΑ: Δεν με γνωρίζεις, Νερίνα;
ΝΕΡΙΝΑ: Εσάς, Κυρία; Τι όμορφη που είστε!… Πού βρίσκομαι;… Πώς μπορεί να κολυμπήσει κανείς εδώ… Όλα εδώ είναι θεόστεγνα και άδεια… Μήπως είμαι στην γη; …
ΝΕΡΑΪΔΟΒΑΣΙΛΙΑΣ: Ναι, είσαι στη γη…
ΜΙΑ ΝΕΡΙΝΑ, την παίρνει από το χέρι: Ας φύγουμε από τη γη, Νερίνα! Γρήγορα!
ΝΕΡΙΝΑ: Ναι, ναι, ας φύγουμε… Περίμενε! Ποιος είναι αυτός ο ωραίος άνδρας που είναι ξαπλωμένος εκεί; Ποιος είναι;
ΝΕΡΑΪΔΟΒΑΣΙΛΙΑΣ: Τον λένε Χανς.
ΝΕΡΙΝΑ: Τι ωραίο όνομα! Γιατί όμως στέκει ασάλευτος;
ΝΕΡΑΪΔΟΒΑΣΙΛΙΑΣ: Είναι νεκρός…
ΜΙΑ ΝΕΡΑΪΔΑ, επεμβαίνει: Είναι ώρα… πάμε να φύγουμε!
ΝΕΡΙΝΑ: Πόσο μου αρέσει!… Δεν μπορούμε να τον ξαναζωντανέψουμε;
ΝΕΡΑΪΔΟΒΑΣΙΛΙΑΣ: Αυτό είναι αδύνατον!
ΝΕΡΙΝΑ, αφήνεται να την παρασύρουν: Τι κρίμα να μην είναι ζωντανός! Αχ πόσο θα τον είχα αγαπήσει!